τίβοτας

τίβοτας
και τίβοτις και τίβοτσι Ν
βλ. τίποτα.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • τίποτε — και τίποτα και τίποτις και τίποτσι και τίβοτας και τίβοτις και τίβοτσι και τίοτα και τίοτις Ν άκλ. (αόρ. αντων.) 1. (γενικά) κάτι (α. «έμαθες τίποτε;» β. «έχεις τίποτε ψιλά πάνω σου;») 2. κάτι σπουδαίο, σημαντικό, άξιο λόγου («συνέβη τίποτε;») 3 …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”